- βασιλοΰτανο
- τομεγάλο εδώδιμο μανιτάρι.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
βασιλιάς — ο και βασιλεύς και βασιλέας και βασιλές και βασιλιός (θηλ. βασίλισσα, η) (AM βασιλεύς, Μ και βασιλέας θηλ. AM βασίλισσα και βασιλίς, Α και βασιλέα και βασίλεια και βασιληΐς) 1. ο κληρονομικός ανώτατος άρχοντας του κράτους 2. πρώτος ή έξοχος μέσα… … Dictionary of Greek